Η γέννηση του Απόλλωνα
Ο Απόλλωνας γεννήθηκε από την ένωση του Δία και της Λητούς, σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου (στίχοι 918-920). Η Λητώ, κυνηγημένη από την Ήρα, περιπλανήθηκε από περιοχή σε περιοχή για να βρει ένα μέρος να γεννήσει τον Απόλλωνα μέχρι που ξαφνικά εμφανίστηκε μέσα από τη θάλασσα η Αστερία, η οποία μεταμορφώθηκε στη νήσο Δήλο και δέχτηκε την ετοιμόγεννη αδελφή της. Η Λητώ γέννησε τον Απόλλωνα με τη βοήθεια της θεάς των τοκετών Ειλειθύιας κάτω από ένα φοίνικα (ἀμφὶ δὲ φοίνικι βάλε πήχεε, γοῦνα δ᾽ ἔρεισε/λειμῶνι μαλακῷ, μείδησε δὲ γαῖ᾽ ὑπένερθεν·/ἐκ δ᾽ ἔθορε πρὸ φόως δέ, θεαὶ δ᾽ ὀλόλυξαν ἅπασαι.) (Ομηρικός ύμνος προς Απόλλωνα στ. 117-119). Ο φοίνικας συμβολίζει την αυγή, δηλαδή το πορφυρό χρώμα που βάφεται ο ουρανός κατά την ανατολή, πριν την εμφάνιση του ήλιου.
Λητὼ δ᾽ Ἀπόλλωνα καὶ Ἄρτεμιν ἰοχέαιραν,
ἱμερόεντα γόνον περὶ πάντων Οὐρανιώνων,
γείνατο, αἰγιόχοιο Διὸς φιλότητι μιγεῖσα.
Αγοράστε το βιβλίο ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ των εκδόσεων Εστία εδώ
Απόλλωνας και Δελφοί
Σύμφωνα με το μύθο, όπως μας τον εξιστορεί ο τραγικός ποιητής Αισχύλος στο έργο του Ευμενίδες (στίχοι 1-8) πριν την εμφάνιση του Απόλλωνα, το μαντείο των Δελφών ανήκε σε πολλές άλλες θεότητες όπως η Γαία, η Θέμιδα και η Φοίβη. Η Γαία έδωσε το μαντείο στη κόρη της Θέμιδα και αυτή με τη σειρά της στη Φοίβη. Από τη Φοίβη η κατοχή του μαντείου πέρασε στον Απόλλωνα. Η διαδοχή της λατρείας στους Δελφούς από τη Γαία στον Απόλλωνα φανερώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στην παλαιά και τη νέα τάξη, ανάμεσα στους δαίμονες της Γης και τους θεούς του Ολύμπου.
Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω θεῶν
τὴν πρωτόμαντιν Γαῖαν· ἐκ δὲ τῆς Θέμιν,
ἣ δὴ τὸ μητρὸς δευτέρα τόδ᾽ ἕζετο
μαντεῖον, ὡς λόγος τις· ἐν δὲ τῷ τρίτῳ
λάχει, θελούσης, οὐδὲ πρὸς βίαν τινός,
Τιτανὶς ἄλλη παῖς Χθονὸς καθέζετο,
Φοίβη· δίδωσι δ᾽ ἣ γενέθλιον δόσιν
Φοίβῳ· τὸ Φοίβης δ᾽ ὄνομ᾽ ἔχει παρώνυμον.
Το μαντείο φύλαγε ένας δράκος, ο Πύθωνας. Η Ήρα είχε στείλει τον Πύθωνα να κυνηγήσει τη Λητώ για να μη γεννήσει. Αλλά ο δράκος δεν μπόρεσε να την εμποδίσει και επέστρεψε στον Παρνασσό. Ο Απόλλωνας έφηβος κυνήγησε τον Πύθωνα και τον σκότωσε με ένα χρυσό βέλος. Έτσι έγινε κύριος του μαντείου των Δελφών και έλαβε το παρωνύμιο Πύθιος. Επειδή όμως είχε πέσει σε ηθικό παράπτωμα για το φόνο του Πύθωνα, αποφάσισε να αυτό-εξοριστεί για ένα χρόνο στα Τέμπη και να εξιλεωθεί. Μετά επέστρεψε στους Δελφούς με μια δάφνη στα χέρια του.
Ο Υπερβόρειος Απόλλωνας
Ένας από τους πλέον αινιγματικούς μύθους είναι αυτός του Υπερβόρειου Απόλλωνα. Η Υπερβορεία ήταν η χώρα που επισκεπτόταν κάθε χειμώνα ο Απόλλωνας με το ιπτάμενο άρμα του, που το έσερναν κύκνοι και επέστρεφε την άνοιξη στη Δήλο και τους Δελφούς. Σύμφωνα με την παράδοση, η μητέρα του Λητώ, καταγόταν από μια φανταστική χώρα του μακρινού Βορρά που βρισκόταν πέρα από τα Ριπαία Όρη. Όταν πλησίαζε η στιγμή της γέννησης του Απόλλωνα, πήγε στη Δήλο συνοδευόμενη από τις δυο Υπερβόρειες παρθένες Άργη και Ώπι. Άλλες δυο παρθένες, η Λαοδίκη και η Υπερόχη, μετέφεραν τα θεϊκά αντικείμενα που θα βοηθούσαν τη Λητώ να γεννήσει. Οι Υπερβόρειες Παρθένες θεωρούνταν τροφοί του θεού και έμειναν για πάντα στη Δήλο.
Σε αυτή τη χώρα, βασίλευε ο Απόλλωνας. Οι Υπερβόρειοι θεωρούνταν οι αγαπημένοι ιερείς και υπηρέτες του θεού. Όταν ο Απόλλωνας ήταν στη Δήλο και τους Δελφούς, έστελναν δώρα και προσφορές για να τον τιμήσουν. Η μυθική χώρα των Υπερβορείων έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην εγκαθίδρυση της λατρείας του Απόλλωνα στην Ελλάδα.
Στο τέλος του φθινοπώρου, όταν ο θεός ήταν έτοιμος να φύγει για την μακρινή χώρα, έψελναν ύμνους που είχαν θλιμμένο τόνο. Τραγουδούσαν την αποδημία του Απόλλωνα στην Υπερβορεία. Την άνοιξη τραγουδούσαν κλητικούς ύμνους, δηλαδή καλούσαν το θεό να επιστρέψει από την πολύμηνη απουσία του και γιόρταζαν την επιδημία του θεού. Ο Απόλλωνας ερχόταν πάνω σε ένα άρμα που το έσερναν κύκνοι και κρατούσε στο χέρι του τη λύρα και τη δάφνη. Στους Δελφούς τιμούσαν την επιστροφή του με τη γιορτή των Θεοφανίων.
Η λατρεία του Απόλλωνα
- Μοιραγέτης
- - ο θεός του πεπρωμένου και του θανάτου
- Αλεξίκακος
- - θεός της υγείας και της ζωής
- Σωτήρας
- - θεός της κάθαρσης
- Δελφίνιος
- - προστάτης των ναυτικών
- Νόμιος
- - θεός των βοσκών
- Αγρευτής
- - προστάτης των κυνηγών
- Κουροτρόφος
- - προστάτης της νεότητας
Απόλλων και Μαρσύας
Ο Σειληνός Μαρσύας από τη Φρυγία ήταν δεξιοτέχνης στον αυλό. Έπαιζε τόσο όμορφα και όλοι σταματούσαν για να ακούσουν το τραγούδι του. Κυριευμένος από έπαρση, προκάλεσε τον Απόλλωνα σε διαγωνισμό μουσικής. Ο Απόλλωνας δέχτηκε την πρόσκληση και ήρθε ντυμένος με μακρύ χιτώνα, ένα δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι και τη χρυσή λύρα στα χέρια του. Ο θεός νίκησε στο διαγωνισμό και διέταξε να κρεμάσουν τον Μαρσύα και να τον γδάρουν ζωντανό.
Απόλλων και Δάφνη
Η Δάφνη ήταν κόρη του Πηνειού και της Γαίας. Ο Έρωτας χτύπησε τον Απόλλωνα με το βέλος που άναψε μέσα του ένα τρομερό πάθος για αυτήν. Άρχισε να κυνηγά τη Δάφνη και να την παρενοχλεί ερωτικά. Εκείνη για να γλιτώσει, μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο φυτό. Τότε ο Απόλλωνας απαρηγόρητος έκοψε ένα κλαδί από το φυτό και στόλισε το μέτωπο και τη λύρα του.

Γιορτές προς τιμή του θεού
1. Στεπτήρια-Δαφνηφορία
Για την αναπαράσταση της νίκης του Απόλλωνα κατά του Πύθωνα στους Δελφούς, γίνονταν κάθε εννέα χρόνια μια γιορτή, τα Στεπτήρια. Κατασκεύαζαν μια ξύλινη καλύβα, που αναπαριστούσε τη φωλιά του Πύθωνα. Ένας όμορφος έφηβος αριστοκρατικής καταγωγής υποδυόταν τον Απόλλωνα και έφτανε την καθορισμένη μέρα με πομπή έξω από την καλύβα, την οποία πυρπολούσαν με αναμμένες δάδες. Στη συνέχεια οι μετέχοντες στη γιορτή πήγαιναν στα Τέμπη, όπως είχε κάνει και ο Απόλλωνας. Εκεί ο έφηβος υποβαλλόταν σε τελετές κάθαρσης και εξαγνισμού.
Μετά τον εξαγνισμό, ο έφηβος έπαιρνε την ιερή δάφνη και επέστρεφε στους Δελφούς σε πομπή μέσα σε παιάνες και ύμνους, που έψαλλε η συνοδεία του. Η γιορτή της επιστροφής του Απόλλωνα στους Δελφούς ονομάζονταν Δαφνηφορία.
2. Θαργήλια
Τα Θαργήλια ήταν μια από τις σημαντικότερες γιορτές στην αρχαία Ελλάδα. Τελούνταν το μήνα Θαργηλιώνα, δηλαδή περί τα μέσα Μαΐου, στην αρχαία Αθήνα προς τιμή του Απόλλωνα και της Άρτεμης. Η γιορτή πήρε το όνομα της από τη λέξη θάργηλος. Θάργηλος ήταν το ψωμί από τους πρώτους καρπούς της συγκομιδής δημητριακών. Επίσης γίνονταν μουσικοί αγώνες, στους οποίους έπαιρναν μέρος άντρες και παιδιά. Το βραβείο του νικητή ήταν ένας τρίποδας, που αφιερώνονταν στο ιερό του Απόλλωνα στην Αθήνα.
Ο Απόλλωνας, ως ηλιακός θεός, ασκούσε σοβαρή επίδραση στους καρπούς της γης. Αυτή η επίδραση ήταν άλλοτε ευεργετική και άλλοτε βλαβερή. Αυτός έκανε τους καρπούς να ωριμάζουν και επίσης τους ξέραινε και τους έκαιγε. Οι πιστοί λοιπόν ένιωθαν την ανάγκη να ευχαριστήσουν το θεό για το ωρίμασμα των καρπών και συνάμα να επικαλεστούν την εύνοια του για να μην καταστρέψει αυτούς με τη θερμή ακτινοβολία του.
Στη γιορτή αυτή γινόταν επίσης και η τελετή εκδίωξης του Φαρμακού από την πόλη. Ήταν μια τελετή εξαγνισμού με σκοπό την απαλλαγή της πόλης από το κακό, τις συμφορές και τις αρρώστιες. Ο φαρμακός ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος επάνω στον οποίο είχαν φορτώσει όλα τα δεινά. Περιέφεραν με πομπή στην πόλη δυο ανθρώπους, έναν άντρα και μια γυναίκα. Ο άντρας είχε μαύρα σύκα τυλιγμένα γύρω από το λαιμό του και η γυναίκα λευκά. Τους οδηγούσαν έξω από την πόλη και τους υποχρέωναν να απομακρυνθούν από αυτήν. Κάποιες φορές τους μαστίγωναν μέχρι θανάτου.
3. Υακίνθια
Ο Υάκινθος ήταν ένας πολύ όμορφος νέος από τις Αμυκλές της Λακωνίας. Ο Απόλλωνας τον ερωτεύτηκε, αλλά τον σκότωσε ρίχνοντας άθελα του ένα δίσκο. Κατά μια εκδοχή του μύθου, τον Υάκινθο αγαπούσε και ο Ζέφυρος, η προσωποποίηση του δυτικού ανέμου. Και από θέμα ζήλιας προς τον Απόλλωνα άλλαξε κατεύθυνση το δίσκο και χτύπησε τον Υάκινθο. Από το αίμα του φύτρωσε το ομώνυμο λουλούδι. Ερμηνευτικά, ο δίσκος του θεού είναι ο ηλιακός δίσκος και ο υάκινθος το λουλούδι που φυτρώνει με τις ανοιξιάτικες βροχές. Ο θάνατος του Υάκινθου συμβολίζει τις καυτές ακτίνες του ήλιου που καταστρέφουν κάθε νέα βλάστηση της άνοιξης.
Εκείνη την εποχή τελούσαν τα Υακίνθια στη Λακωνία. Η πρώτη μέρα της γιορτής ήταν αφιερωμένη σε τελετές θλίψης. Θρηνούσαν το χαμό του όμορφου νέου που πέθανε σε τόσο νεαρή ηλικία. Άφηναν νεκρώσιμες προσφορές στον τάφο του, που βρισκόταν στα πόδια του αγάλματος του. Η δεύτερη μέρα ήταν αφιερωμένη στον Απόλλωνα. Πολλοί νέοι έπαιζαν κιθάρα και τραγουδούσαν. Θυσίαζαν κατσίκες και γίνονταν υπαίθριες δεξιώσεις κάτω από σκηνές, όπου οι πολίτες καλούσαν φίλους και συγγενείς.
4. Κάρνεια
Τα Κάρνεια ήταν η μεγάλη γιορτή των Σπαρτιατών προς τιμή του Κάρνειου Απόλλωνα. Γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια και διαρκούσε εννιά μέρες. Οι Σπαρτιάτες έστηναν εννέα σκηνές, στις οποίες ζούσαν εννέα άνθρωποι, που αντιπροσώπευαν τρεις φατρίες. Εκλέγονταν πέντε άνδρες από κάθε φυλή που ονομάζονταν Καρνεάτες και είχαν την επιμέλεια όλης της γιορτής. Ο ιερέας που είχε την ευθύνη των θυσιών λεγόταν αγητής και η ημέρα των θυσιών λεγόταν Αγητόρια. Οι άντρες που εκλέγονταν από την κάθε φυλή έπρεπε να είναι άγαμοι και δεν μπορούσαν να νυμφευτούν στη διάρκεια των τεσσάρων ετών.
Στη γιορτή γινόταν αγώνας σταφυλοδρόμων. Ένας από τους Καρνεάτες, αφού απηύθυνε ευχές στην πόλη για το τέλος της συγκομιδής, απομακρυνόταν τρέχοντας από τους σταφυλοδρόμους. Τότε αυτοί άρχιζαν να τον καταδιώκουν, κρατώντας τσαμπιά από σταφύλια στα χέρια τους. Αν τον έπιαναν, θεωρούνταν καλός οιωνός για την πόλη. Ενώ αν ο νέος ξέφευγε, θεωρούνταν κακός οιωνός.
5. Πυανέψια
Τα Πυανέψια ήταν φθινοπωρινή γιορτή προς τιμή του Απόλλωνα και γιορτάζονταν το μήνα Πυανεψιών, μετά το καλοκαίρι. Γινόταν προσφορά των πρώτων καρπών της συγκομιδής και ήταν μια γιορτή με ευχαριστήριο χαρακτήρα. Κατά τη διάρκεια της γιορτής γινόταν πομπή κοντά στο ναό του Απόλλωνα. Έβραζαν όσπρια και λαχανικά, μέρος των οποίων πρόσφεραν στο θεό. Τον ευχαριστούσαν για την αφθονία καρπών και η γιορτή συνεχιζόταν με τη μεταφορά της ειρεσιώνης. Η ειρεσιώνη ήταν κλαδί ελιάς τυλιγμένο με μαλλί, όπου έδεναν όλων των ειδών τα φρούτα, καθώς και μπουκαλάκια με κρασί και λάδι. Ένα αγόρι, του οποίου ζούσαν και οι δυο γονείς, μετέφερε την ειρεσιώνη και την κρεμούσε στις πόρτες του ναού του Απόλλωνα, για να τον ευχαριστήσουν για τη γονιμότητα της γης και την αφθονία των καρπών της. Επίσης κρεμούσαν την ειρεσιώνη στις πόρτες των σπιτιών τους, ως φυλακτό ενάντια στο λοιμό και λιμό, για ένα χρόνο.
Ορφικός ύμνος προς τον Απόλλωνα
Απόλλωνος θυμίαμα, μάνναν
Ἐλѳέ, μάκαρ, Παιάν, Τιτυοκτόνε, Φοῖβε, Λυκωρεῦ,
Μεμφῖτ', ἀγλαότιμε, ἰήιε, ὀλβιοδῶτα,
χρυσολύρη, σπερμεῖε, ἀρότριε, Πύѳιε, Τιτάν,
Γρύνειε, Σμινѳεῦ, Πυѳοκτόνε, Δελφικέ, μάντι,
ἄγριε, φωσφόρε δαῖμον, ἐράσμιε, κύδιμε κοῦρε,
μουσαγέτα, χοροποιέ, ἑκηβόλε, τοξοβέλεμνε,
Βράγχιε καὶ Διδυμεῦ, ἑκάεργε, Λοξία, ἁγνέ,
Δήλι' ἄναξ, πανδερκὲς ἔχων φαεσίμβροτον ὄμμα,
χρυσοκόμα, καѳαρὰς φήμας χρησμούς τ' ἀναφαίνων·
κλῦѳί μου εὐχομένου λαῶν ὕπερ εὔφρονι ѳυμῶι·
τόνδε σὺ γὰρ λεύσσεις τὸν ἀπείριτον αἰѳέρα πάντα
γαῖαν δ' ὀλβιόμοιρον ὕπερѳέ τε καὶ δι' ἀμολγοῦ,
νυκτὸς ἐν ἡσυχίαισιν ὑπ' ἀστεροόμματον ὄρφνην
ῥίζας νέρѳε δέδορκας, ἔχεις δέ τε πείρατα κόσμου
παντός· σοὶ δ' ἀρχή τε τελευτή τ' ἐστὶ μέλουσα,
παντοѳαλής, σὺ δὲ πάντα πόλον κιѳάρηι πολυκρέκτωι
ἁρμόζεις, ὁτὲ μὲν νεάτης ἐπὶ τέρματα βαίνων,
ἄλλοτε δ' αὖѳ' ὑπάτης, ποτὲ Δώριον εἰς διάκοσμον
πάντα πόλον κιρνὰς κρίνεις βιοѳρέμμονα φῦλα,
ἁρμονίηι κεράσας {τὴν} παγκόσμιον ἀνδράσι μοῖραν,
μίξας χειμῶνος ѳέρεός τ' ἴσον ἀμφοτέροισιν,
ταῖς ὑπάταις χειμῶνα, ѳέρος νεάταις διακρίνας,
Δώριον εἰς ἔαρος πολυηράτου ὥριον ἄνѳος.
ἔνѳεν ἐπωνυμίην σε βροτοὶ κλήιζουσιν ἄνακτα,
Πᾶνα, ѳεὸν δικέρωτ', ἀνέμων συρίγμαѳ' ἱέντα·
οὕνεκα παντὸς ἔχεις κόσμου σφραγῖδα τυπῶτιν.
κλῦѳι, μάκαρ, σώζων μύστας ἱκετηρίδι φωνῆι.
Μετάφραση
Έλα, ω μακάριε Παιάν, πού φόνευσες τον Τιτυόν, Φοίβε Λυκωρέα,
Μεμφίτη, συ που τιμάσαι λαμπρά, ο ίηιος, ο παρέχων ευτυχία,
που έχεις χρυσή λύρα και έχεις σχέση με τα σπέρματα,
ο προστάτης των καλλιεργητών, ο Πύθιος, ο Τιτάν, ο Γρύνειος,
ο Σμινθεύς, ο φονιάς του Πύθωνα, ο Δελφικός, ο μάντης, ο άγριος,
ο θεός πού φέρει το φως, ο αγαπητός,
ο ένδοξος νέος συ που είσαι ο ηγέτης των Μουσών,
ο αρχηγός του χορού, ο μακροβόλος, ο τοξοβόλος
ο Βράγχιος και Διδυμεύς, ο τοξότης, ο Λοξίας, ο αγνός,
ω ανακτά της Δήλου, που το μάτι σου,
που φωτίζει τους ανθρώπους, βλέπει τα πάντα,
συ με την χρυσή κόμη, που μας δίνεις προφητικές
καθαρές φωνές και χρησμούς,
άκουσε την προσευχή μου υπέρ των λαών με ευφρόσυνη καρδιά,
διότι εσύ βλέπεις όλον αυτόν τον απέραντο αιθέρα
και από επάνω βλέπεις την ευτυχισμένη γη
και από κάτω στο σκοτάδι κατά την νύκτα εν ώρα ησυχίας,
πού έχεις για μάτια τα άστρα, βλέπεις τις ρίζες,
και έχεις τα πέρατα όλου του κόσμου·
εσύ φροντίζεις για την αρχή και το τέλος,
και κάνεις να θάλλουν τα πάντα·
εσύ συναρμόζεις κάθε πόλο με την κιθάρα,
πού έχει μεγάλο ήχον άλλοτε μεν βαδίζων προς τα τέρματα της νεάτης,
άλλοτε πάλι προς την ύπατη,
άλλοτε δε συμμειγνύων κάθε πόλο εις την Δωρική διάταξη.
Διαχωρίζεις τα διατηρούμενα εις την ζωήν φύλα συγκεράσας
δια της αρμονίας την παγκόσμιο μοίρα των ανθρώπων·
ανέμειξες εξ ίσου και με τα δύο τον χειμώνα και το θέρος,
διαχώρισες δε τον χειμώνα εις υπάτας και το θέρος με τις νεάτες
και σχημάτισες το ωραίο Δωρικό άνθος του πολυαγαπημένου έαρος
Εξ αυτού οι άνθρωποι σε καλούν με την επωνυμία
ανακτά Πάνα θεό με δύο κέρατα,
πού αφήνεις τα σφυρίγματα των ανέμων
και γι αυτό κρατείς την σφραγίδα,
που δίνει τον τύπο σε όλον τον κόσμο
άκουσε με μακάριε, και σώσε τους μυημένους που σε ικετεύουν.